Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Έλα και απόψε

                                                        φωτογραφία δανεισμένη απο diablo
  

Πάντα σε έβλεπα να φεύγεις
Πάντα τις συναντήσεις μας στοίχειωνε το αντίο
Γρήγορες ώρες
Βιαστικες στιγμές
Της ανάσας και του έρωτα
Χάδια της στιγμής
Αγκαλιάσματα κλεφτά
-μείνε απόψε
-θα φύγω
Χωρίς γιατί , χωρίς όχι , χωρίς … εσένα
Πάντα να φεύγεις
Ως τώρα
Που τη γεύση αλλοτινων εποχών κρατώ ζεστή
Και τώρα φεύγεις
Πάντα μια γυρισμένη πλάτη
Ποτέ ένα αντίο 

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

ταξίδια του καφέ














Με μια  κούπα καφέ 
με ένα καράβι να με ταξιδεύει
και μία πρέζα ζάχαρη
γλυκά ταξίδια να 'χω
κρατώ σε απόψε

και σου μιλώ 
και αναπολώ 
στιγμές μελλοντικές 
λευκές και αμόλυντες 
στης υποψίας χνάρια 

Με μια κούπα καφέ
από  πηλό φτιαγμένη 
την γήινη σου συντροφιά 
θα αναζητήσω 
στο φως του κρίνου

σ ανάμνηση 
του φθινοπώρου εκείνου
που μου 'μαθε 
πως ν αγαπώ 
και και πως να σε ξεχνάω

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

ΟΔΟΣ ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ



-Οδός Μενάνδρου, την γνωρίζετε?
-Μα και βέβαια! Κατεβαίνεις την Αγίου Κ. και την βρίσκεις κάθετη στ' αριστερό σου χέρι.
Αθήνα.
Βουή και σκόνη, άνθρωποι όλων των χρωμάτων και των θρησκειών. Πορτοφόλια όλων των μεγεθών.
Οδός Μενάνδρου,
Μικρομάγαζα παλιά με κάποια ιστορία φορτωμένα, μικρομάγαζα νέα με ξενόγλωσσες επιγραφές-βρώμικες ωστόσο, δημόσιες υπηρεσίες σε ορόφους, αφετηρίες λεωφορείων. Κόσμος που πάει και έρχεται βιαστικά και αφηρημένα, κόσμος ακουμπισμένος σε πεζούλια. Άφιξη ή αναχώρηση; Μα ποιος νοιάζεται;
Στέκομαι στην αφετηρία.
Αναμονή. Άνθρωποι και μηχανές και αυτοκίνητα. Κάποιος πίσω μου κουλουριασμένος σε ένα κομμάτι μάρμαρο στην είσοδο του κτιρίου. Ένα ζευγάρι ερωτοτροπεί. Ο κύριος δίπλα μου με περιεργάζεται. Και γω εκείνον . Και όλους τους. Μπαίνω στις σκέψεις τους, διαβάζω τους μορφασμούς τους. Κάποια γιαγιά ψάχνει θέση στο μοναδικό παγκάκι. Μια φοιτήτρια ενοχλεί με τον ήχο του κινητού της. Και βέβαια ενοχλεί: διακόπτει τις σκέψεις μας.
Κάποιοι νέοι άντρες απέναντι συναλλάσσονται. Αυτός με την κουκούλα και το κράνος στο χέρι ξαναπέρασε πριν. Έδωσε οδηγίες. Να, σ' εκείνον που κρατά τη γαλάζια σακούλα με τα ψώνια. Φεύγει και πάλι. Λάθος. Δεν φεύγει. Στάθηκε στη γωνιά του δρόμου. Παρακολουθεί. Ο κουλουριασμένος πίσω μου μετακινείται. Να βλέπει καλύτερα. Δυο άτομα απέναντι. Εμπόριο. Τα χρήματα βιαστικά στην τσέπη. Το σακουλάκι βιαστικά στην χούφτα. Σφίγγει η χούφτα. Βλέμματα ένα γύρω. Απομακρύνονται. Όχι όλοι. Αυτός με την γαλάζια σακούλα μένει. Κοιτάζει κάποιον διαγώνια. Αυτόν με την κόκκινη γενειάδα και τα αετίσια μάτια. Φοράει σκούφο. Κάνει κρύο. Λίγα λεπτά πριν ήταν δίπλα του και μιλούσαν.
   Το λεωφορείο αργεί. Μα πόση ώρα κάνει; Κανείς στη στάση δεν μιλά. Όλοι στις σκέψεις τους. Παρακολουθούν. Βλέπουν άραγε; Κάποιος γκρινιάζει για την αργοπορία.
   Έχει κίνηση το απέναντι πεζοδρόμιο. Αυτός με την γαλάζια σακούλα κάνει χρυσές δουλειές. Η ίδια συναλλαγή ξανά και ξανά και ξανά. Το πρόσωπα που πληρώνουν αλλάζουν . Τα βλέμματα ίδια. Ποιος είπε πως το εμπόριο στη χώρα μας περνά κρίση;
Οδός Μενάνδρου.
Αθήνα.
Πρωινό Παρασκευής.
Μιας Παρασκευής του Γενάρη του 2012.
Οδός Μενάνδρου.
Αθήνα
Κέντρο
Κέντρο πρωτεύουσας
Αυτής της χώρας
Της Ελλάδας Μας

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΜΙΑ ΦΟΡΑ του Ευγένιου Τριβιζά

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΑ